Oταν ήμουν μικρή και πήγαινα τετάρτη δημοτικού, μια μέρα στο μάθημα της ιστορίας η δασκάλα μας ρώτησε τι θα κάναμε αν γινόταν πόλεμος. Όλα τα παιδάκια με τη σειρά έδωσαν χαριτωμένες και παιδικά αξιολάτρευτες αφελείς απαντήσεις για το πως θα πολεμούσαν για να υπερασπιστούν την αγαπημένη πατρίδα τους, κάποιος θα γινόταν στρατηγός όταν μεγαλώνε και θα οδηγούσε τα τανκς να ποδοπατήσουν τους κακούς τούρκους ή γερμανούς ή ρώσους ή οποιον άλλο αλλοδαπό εχθρό του είχε υποδείξει η τηλεόραση ή ο μπαμπάς του. Άλλος θα γινόταν πιλότος, ένας άλλος πιο ευφάνταστος θα έπαιρνε το δίκανο του παππού του και θα προστάτευε τη γειτονιά του και τη μαμά του, και όλα τα κοριτσάκια της τάξης θα γινόντουσαν φυσικά νοσοκόμες και θα φρόντιζαν τους τραυματίες εκτός απο μία που θα γινότανε κι αυτη στρατιώτης ή πιλότος γιατί έβλεπε πολύ τζη αη τζο. Όταν ήρθε η σειρά μου, εγώ είπα ότι αν γίνει ποτέ πόλεμος θα μπω σ'ένα αεροπλάνο και θα φύγω για κάποια άλλη χώρα όπου θα έχει ειρήνη. Η απάντησή μου δεν άρεσε καθόλου στη δασκάλα, που την βρήκε ασυνήθιστα αντι-πατριωτική και έσπευσε να με συνετίσει, γιατί αυτό άλλωστε δεν υποτίθεται οτι πρέπει να κάνουν οι δασκάλες; "Αυτό είναι κάτι που μόνο οι δειλοί και οι δοσίλογοι θα έκαναν" μου είπε. "Θα άφηνες πίσω τους φίλους σου και τους συγγενείς σου και θα έφευγες; Πως θα τους βοηθούσες έτσι; Πως θα βοηθούσες τον τόπο σου με το να φύγεις;" Κι εγώ ήμουν παιδί και δεν ήξερα τι σημαίνει δοσίλογος, και δεν ήξερα τι σημαίνει ενοχή και σίγουρα δεν ήξερα τι ακριβώς σημαίνει πατρίδα κι ούτε νομίζω πως έμαθα ποτέ, κι έτσι απάντησα πως θα έφευγα κι εκεί που πήγαινα θα έγραφα. Έτσι θα βοηθούσα την πατρίδα μου, θα έγραφα. Θα έκανα τον κόσμο να μάθει, θα έκανα τον κόσμο να προβληματιστεί, θα έκανα τον κόσμο να χαμογελάει ή να ψυχαγωγείται ή απλά να ξεχνάει τα βάσανά του και έτσι θα τους βοηθούσα. Kαι κάπως έτσι ηττήθηκε και η δασκάλα και μου έβαλε δέκα με τόνο.
Μα η αλήθεια είναι πως δεν γράφω πολύ αυτές τις μέρες. Γράφω δηλαδή, αλλά συνέχεια την ίδια ιστορία στο ίδιο χαρτί. Μερικές φορές αλλάζω τη σειρά στις λέξεις ή δοκιμάζω κάποια νέα γραμματοσειρά γιατί η γραμματοσειρά είναι πολύ σημαντική για τέτοιου είδους συγγράμματα. Κι όλο κάτι αφαιρώ κι όλο κάτι προσθέτω, κι όσο πάει μου μοιάζει λιγότερο δικό μου γιατί αφαιρώ τις αλήθειες και προσθέτω ψέμματα, γιατί οι αλήθειες δεν αρέσουν σ'αυτούς που το διαβάζουν, το βλέπω στα μάτια τους, χάνουν τη ροή της ιστορίας και δεν μπορούν να ταυτιστούν με τον χαρακτήρα. Ο χαρακτήρας είμαι εγώ υποτίθεται, και τον τίτλο του συγγράμματος μπορεί κάποιος να τον μαντέψει εύκολα. Ονομάζεται "Βιογραφικό Σημείωμα" κι είναι το πιο ποπιουλαρ μπεστ σελλερ πραμα που έγραψα ποτέ. Αλήθεια λέω, το έχει διαβάσει όλη η χώρα σχεδόν.
Ναι, αυτό το κείμενο είναι τέτοιου είδους κείμενο, κι έχει βρωμίσει ο τόπος απο δαύτα, το παραδέχομαι. Και δεν υποκρίνομαι ότι έχω δικαίωμα να γράφω για μια καμιά χώρα και καμιά πατρίδα και κανένα καθεστώς, γιατί γεννήθηκα δίχως ίχνος εθνικού φρονήματος μέσα σ'ένα έθνος πατριδόκαβλων βολεψάκηδων πολεμόχαρων του καναπέ. Γεννήθηκα δίχως θρησκεία στην αυλή ενός παρεκκλησιού όπου βρίσκεις μπιχλιμπίδια, κοκακόλες και πίστη σ'ευξετελιστικές τιμές. Μα κυρίως, γεννήθηκα δίχως λεφτά σ'ένα αχανές αρχιτεκτονικό συγκρότημα φτιαγμένο απο κιούμπικλς και μπουφέδες όπου οι ταλαντούχοι και φωτισμένοι της γενιάς μου απασχολούνται, ένα έθνος απαρτιζόμενο απο λαμπρούς και υπερ-ικανούς τηλεφωνητές, σερβιτόρους και πλασιέδες. Ένα έθνος παντοδύναμο.
Κι εκείνη η προσπάθεια της δασκάλας να με φορτώσει μ'ενοχές, πιάνει τόπο χρόνια μετά, κι ας μην έχω δει κανέναν να παίρνει το δίκαννο του παππού του να βγαίνει στους δρόμους. Κι ας βλέπω φίλους κι οικογένειες να μπαίνουν σ'αεροπλάνα και να φεύγουν, κι ας μένω εγώ εδώ, κι ας μην φεύγω.
Δεν νιώθω ενοχές που δεν φεύγω. Νιώθω ενοχές που δεν γράφω.
Και μερικές φορές νιώθω ενοχές που είμαι ευτυχισμένη παρ'όλα αυτά.
Κι ύστερα λέω, δεν πρέπει να νιώθω έτσι, δεν φταίω εγώ. Δεν περίμενα ποτέ στ'αλήθεια ότι θα ζήσω έναν πόλεμο.