(δεν ξέρω αν είμαι άνθρωπος της ησυχίας ή αν μ'αρέσουν οι σειρήνες του πολέμου μπορεί απλά να τις συνήθισα ξέρω μόνο πως ν'ανοιγοκλείνω τ'αυτιά μου βρήκα το διακόπτη όταν σταμάτησα να πιστεύω στο Θεό παρόλα αυτά παραμένω ένας βαθιά θρησκευόμενος άνθρωπος ας προσευχηθούμε όλοι μαζί στο μεγάλο Τίποτα δεν θα προλάβει κανείς να με πει απαισιόδοξη καθήστε μισό λεπτό να βρω ένα στυλό να γράφει και θα σας δείξω εγώ θα σας δείξω ξέρω να πλέκω τα σκατά πουλόβερ κοτσίδες εγκώμια γράμματα αγάπης να)
Έχω μεγάλα φανταχτερά αύριο φυλαγμένα για ώρα ανάγκης, που σαν σωστοί ευγενείς, μισαλλόδοξοι γόνοι της βασιλικής οικογένειας των πυροτεχνημάτων και των αποτυπωμάτων, κάθονται και περιμένουν να γίνουν χρήσιμα, πάντα σε οριζόντια θέση με τα χέρια ελαφρώς μουδιασμένα απ'την ανία της προσμονής. Τους κάνω σβούρες επιδέξια με το κεφάλι να φεύγει τελευταίο για να τα διασκεδάσω, αλλά η φασαρία απ'το πάνω διαμέρισμα με αποσπά και ζαλίζομαι πάραυτα, και φωνάζω στα γδαρμένα μου νύχια και στις ρίζες των μαλλιών μου να κάνουν ησυχία, δεν έχω χώρο για άλλους εδώ κάτω. Δεν έχω χώρο για κανέναν γιατί έκανα όλα τα έπιπλα στην άκρη για να χωρέσεις εσύ και μάλιστα σκούπισα μέχρι και κάτω απ'τα πλακάκια που δεν το συνηθίζω. Μα εσύ δεν ήρθες ποτέ κι αυτά τ'αρχοντικά αύριο έχουν καταχραστεί κατά πολύ τη φιλοξενία μου.
(να είδες τι ωραία που γράφω όταν χρησιμοποιώ τη λέξη εσύ μόνο που όταν γράφω έτσι χρειάζομαι τρία στυλό και μέχρι να τελειώσω το'χω μετανιώσει και θέλω να τα μουτζουρώσω όλα και μετά να τα κρύψω κι απο πάνω γιατί ξέρω πως όταν πέσω για ύπνο θα βγάλουνε πόδια και χέρια και φλόγινα μαλλιά και χαμόγελα πρόστυχα και ντροπαλά και μάτια παραστατικά και θα'ρθουνε να με κυνηγήσουνε κι όμως τα δείχνω γιατί είμαι σίγουρη πως δεν σ'αρέσουνε κι όσο δεν σ'αρέσουνε υπάρχει ελπίδα αγαπημένε ώ αγαπημένε μου)
Αύριο θα έρθει το αύριο κι αύριο είναι μια καινούρια μέρα και δεν έχω όρεξη για νέους μουσαφείρηδες. Δεν θέλω άλλα αύριο, ποτέ δεν ήθελα. Θέλω ένα μικρό ταπεινό σήμερα να στέκεται έξω απ'την πόρτα και να μη ζητάει να μπει μέσα αλλά να μου φωνάζει να βγω εγώ έξω να παίξουμε, και δεν θα φοβηθώ μη λερωθώ απ'τις λάσπες, το υπόσχομαι. Θέλω ν'απλώσω την ψάθα μου στο γρασίδι και να μου φτάνει που θα ξέρω πως έχω ένα μπουκαλάκι ούζο με λεμονίτα στην τσάντα και να'ναι η τσάντα μου η ροζ που θα την έχω μπαλώσει, κι απο πάνω μου να περνάει κόσμος, χιλιάδες κόσμος να μην ψηλώσω άλλο για να σε κοιτάξω κάποτε απο χαμηλά κι έτσι να σε κάνω άντρα σωστό που κανείς δεν θα μπορεί να σε στερήσει απ'το τρίτο μάτι στο μέτωπό μου. Και ψηλότερα κι απ'τους δυο μας μαζί ν'ακούγεται μουσική εκκωφαντική να τραγουδάει το τώρα σ'όλες τις γλώσσες και να σηκωθώ να τρέξω μες στο χαμό να σε βρω και να ξεχάσω την ψάθα και να μην την ξαναβρώ ποτέ, να πάει εκείνη να πάρει τη θέση μου στον τόπο που μεταναστεύουν οι εικόνες για να πεθάνουν και τα όνειρα που το πρωί τα έχεις ξεχάσει.
(να ορίστε η παρακαμπτήριος που με εμπόδισε απ'το να μάθω ν'αντιστέκομαι είναι που ξέρω να τα διηγούμαι όλα όμορφα αλλά όταν διηγήσαι όλα σου λείπουν αλλά όχι εμένα δεν μου λείπει τίποτα γιατί αυτό το τίποτα είναι ολόδικό μου θα στα δώσω όλα αλλά αυτό θα το κρατήσω το χρειάζομαι για να μπορώ να τα λέω χωρίς να τα πιστεύω αυτή είναι η τέχνη του να παραμυθιάζεις τον εαυτό σου αγαπημένε ώ αγαπημένε μου κάτσε που ν'ακούσεις και τα υπόλοιπα θα με φοβηθείς τόσο πολύ που θα με ξαναξεχάσεις ανένοχα είμαι πολύ καλή στο να με φοβούνται αλλά θέλω λίγη εξάσκηση στο να με ξεχνάνε ή μηπως στο να ξεχνάω εγω)
Θα σε δω λέει, και θα σε ξέρω απο πάντα και θα μείνουμε πάντα παγωμένοι σε αντικρυστή στάση. Η αγαπημένη μου φίλη απο δίπλα θα χειροκροτάει κι όλες οι χαμένες ευκαιρίες θα παραιτηθούν που θα είναι όπως ποτέ δεν μπόρεσαν και θα πεινάσουν και θ'αποδημήσουν σ'άλλη γη σ'άλλα μέρη κι όλα θα χάσουν την αξία τους μπροστά στα χέρια σου. Θα βουλιάξεις τα πόδια σου στο τσιμέντο, θα στολίσεις τον ουρανό με τις βλεφαρίδες σου γι'αυτοκόλλητα, θα οικειοποιηθείς όλες τις επιλογές που για χάρη σου απαρνήθηκα και θ'αντικαταστήσεις το τελευταίο γάμμα του ονόματός μου με μι. Κι εγώ θα σ'αφήσω ν'ανέβεις πάνω στο κρεβάτι μου χωρίς να βγάλεις τα παπούτσια σου με αντάλλαγμα τα άπλυτα σου σεντόνια και θα βυζάξω όλα τα παιδιά που θα γεννηθούν όταν το κεφάλι σου ανοίξει στα δύο απ'τον πονοκέφαλο. Μόλις τελειώσει η μουσική θα μείνουμε κουρασμένοι σαν ξεφλουδισμένα ροδοπέταλα πάνω στον τάφο των συνταξιούχων ρομαντικών, και θα ξαπλώσουμε πάνω σε ένα λευκό καμβά, πάντα σε αντικρυστή στάση.
(κι ύστερα θα προσθέσω άλλη μια πρόταση μετά την τελεία όπως κάνω τώρα κι όλα θα είναι σαν ψεύτικα σαν αλλά όχι ψεύτικα κι εγώ θα τα κοροϊδεύω να τώρα παω να μπαλώσω τη ροζ τσάντα κι ας μην πιστεύω πια Πίστη Όχι Πια αύριο αύριο το αύριο είναι το σήμερα που ονειρεύτηκα χτες επιτέλους θα πότε ερωτηματικό δεν τις μπορώ τις τελείες γιατί είναι μπλε ίσως και πράσινες ώ πόσο σας μισώ απαίσια στρουμφάκια)
Πολύ ωραίο κείμενο μανάρα μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΦόρτω και δίνε.
αερααααααααααααα
ΑπάντησηΔιαγραφή:)θενκς πολυαγαπημενε elias!